Η περιοχή που διατρέχει ο ποταμός Ερασίνος εντάσσεται σε
πολλαπλά καθεστώτα προστασίας: είναι χαρακτηρισμένη ως υγρότοπος Α προτεραιότητας,
Ειδική Ζώνη Διατήρησης (περιοχή του δικτύου Natura 2000), περιοχή με γεωργική
χρήση γης, Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου και «Τοπίο Ιδιαιτέρου Φυσικού Κάλους». Η
κοίτη του ποταμού περνάει επίσης μέσα από ιδιαίτερα σημαντικούς αρχαιολογικούς
χώρους. Οι προσφυγές Περιβαλλοντικών Οργανώσεων κατά των περιβαλλοντικών
αδειοδοτήσεων (ΑΕΠΟ) του έργου διευθέτησης του Ερασίνου είχαν απορριφθεί από το
Συμβούλιο της Επικρατείας αρχικά το 2013 και ξανά το 2020. Επομένως, το έργο
δεν σταμάτησε από τα δικαστήρια. Παραιτήθηκε ο αρχικός ανάδοχος για
οικονομικούς λόγους και χρειάστηκε να αναδειχθεί άλλος.
Το Μάϊο 2023, ο Μηχανισμός Καταγγελιών (ΜΚ) της
χρηματοδότριας του έργου Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), κατόπιν
καταγγελιών περιβαλλοντικών οργανώσεων και πολιτών, διέγνωσε παραβιάσεις της
ενωσιακής περιβαλλοντικής νομοθεσίας, μεταξύ άλλων: 1) παραβίαση της
Οδηγίας Πλαίσιο για τα Ύδατα (ΟΠΥ), δεδομένου ότι προβλέπονται νέες
υδρομορφολογικές αλλοιώσεις (διευθέτηση της κοίτης με τσιμέντο και
συρματοκιβώτια), που υποβαθμίζουν την κατάσταση του ποταμού, χωρίς να έχει
χορηγηθεί η σχετική εξαίρεση (άρθρο 4 παρ.7 ΟΠΥ) εκ των προτέρων, δηλαδή ήδη
κατά το στάδιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, όπως απαιτείται και από τη
νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 2) παραβίαση της
Οδηγίας για τους Οικότοπους γιατί πρόκειται για περιοχή Natura 2000 που
επηρεάζεται σημαντικά από το έργο διευθέτησης, δεν είχε χορηγηθεί η σχετική
εξαίρεση (άρθρο 6 παρ.3), λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης. Ως
παράδειγμα αναφέρθηκε η περίπτωση του ενδημικού είδους αττικόψαρου, που δεν
αξιολογείται καθόλου στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Τα πορίσματα αυτά
υιοθετήθηκαν από την ΕΤΕπ, που με την από 29.12.2023 σύμβασή της με το Ελληνικό
Δημόσιο πάγωσε τη χρηματοδότηση του έργου μέχρι την ολοκλήρωση ενός
σχεδίου διορθωτικής δράσης (corrective action plan), που θα
περιλαμβάνει την εξέταση της εφαρμογής των ως άνω εξαιρέσεων (άρ. 4 παρ.7 ΟΠΥ,
άρ. 6 παρ.3 Οδηγίας για τους Οικοτόπους). Αντίστοιχα έπραξε και η Τράπεζα
Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης.